Σάββατο 30 Μαΐου 2009

Και λίγη ιστορία…

Κατά μια παράδοση ο Βύζας ήταν γιος του βασιλιά Νίσου και γενάρχης των Μεγαραίων. Ο Βύζας, που ήταν επικεφαλής μιας αποικιακής επιχείρησης που είχε οργανώσει η πόλη των Μεγάρων, οδήγησε τους Μεγαρείς αποίκους στην περιοχή του Βοσπόρου. Εκεί οι Μεγαρείς ίδρυσαν μια νέα πόλη, στην οποία έδωσαν το όνομα του ιδρυτή της, το Βυζάντιο. Η ίδρυση του Βυζαντίου εντάσσεται σε μια γενικότερη κίνηση των παράκτιων ελληνικών πόλεων. Η κίνηση αυτή, γνωστή ως δεύτερος ελληνικός αποικισμός εκδηλώθηκε από τον 8ο έως τον 6ο αιώνα π. Χ.
Το Βυζάντιο ήταν χώρος που πέρασαν διάφοροι κατακτητές λόγω των συμμαχιών, άλλοτε με τους Αθηναίους, άλλοτε με τους Σπαρτιάτες, έπειτα με το Φίλιππο Β΄, το Μέγα Αλέξανδρο και τους επιγόνους του.

Ο Φλάβιος Βαλέριος Κωνσταντίνος (Flavius Valerius Constantinus) ή Μέγας Κωνσταντίνος υπήρξε Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 274 μ.Χ. έως τον θάνατό του το 337 μ.Χ.. Υπήρξε Αυτοκράτορας της Δύσης από το 274 μ.Χ. έως το 324 μ.Χ. και μονοκράτορας από το 324 μ.Χ. ως το 337 μ.Χ. Υπέγραψε το διάταγμα των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο θεσπιζόταν η αρχή ανεξιθρησκίας και νομιμοποίησε τον Χριστιανισμό ως "επιτρεπομένη θρησκεία", οι οπαδοί της οποίας όφειλαν να προσεύχονται στον δικό τους Θεό για την ευτυχία του κράτους. Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν ο πρώτος Ρωμαίος αυτοκράτορας που είδε ευνοϊκά την εξάπλωση του χριστιανισμού και που φρόντισε για την αύξηση της δύναμής του. Ο Κωνσταντίνος κατάλαβε ότι η ανανέωση που χρειαζόταν η αυτοκρατορία και η νέα θρησκεία, που εξαπλωνόταν ταχύτατα είχαν ανάγκη από μία νέα πρωτεύουσα και το 330 μ.Χ. μετέφερε την έδρα της αυτοκρατορίας στην πόλη που εκείνος έκτισε, τη Νέα Ρώμη. Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου, οι περισσότεροι αυτοκράτορες ήταν χριστιανοί, ή τουλάχιστον ήταν ευνοϊκοί απέναντι στο χριστιανισμό εκτός από τον Ιουλιανό (361-363) που προσπάθησε να σταματήσει την εξάπλωση του χριστιανισμού και να αναβιώσει την αρχαία ελληνική θρησκεία, προσπάθεια που εγκαταλείφθηκε μετά το θάνατό του σε εκστρατεία κατά των Περσών. Τελικά, ο Θεοδόσιος Α΄ αναγνώρισε το χριστιανισμό ως την επίσημη θρησκεία του κράτους.

Το 395 μ.Χ. ο Μέγας Θεοδόσιος πέθανε και όρισε στη διαθήκη του τη διαίρεση της αυτοκρατορίας σε δύο τμήματα, ανατολικό και δυτικό. Το δυτικό κομμάτι της θα διοικούνταν από τον μεγαλύτερο γιο του, τον Ονώριο, ενώ το ανατολικό κομμάτι της, δηλαδή οι περιοχές από την Ιλλυρία και το Δούναβη ως την Αρμενία, τη Συρία και την Αίγυπτο) από τον μικρότερο γιο του, Αρκάδιο.

Το όνομα Ρωμανία απαντάται για πρώτη φορά το 330. Κατ' αρχήν μέχρι τον 5ο αιώνα το όνομα δήλωνε άλλοτε τις δυτικές επαρχίες του ρωμαϊκού κράτους, άλλοτε τις ανατολικές. Από της κατάλυσης της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 476, το όνομα άρχισε να σημαίνει αποκλειστικά την Ανατολική Αυτοκρατορία.

Κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του, η εθνολογική σύνθεση του Βυζαντίου δεν συνδέθηκε αποκλειστικά με ένα μόνο έθνος, γιατί στα σύνορα του υπήρχαν ή προσαρτήθηκαν κατά καιρούς πολλοί διαφορετικοί λαοί, όμως, κορμός της σύνθεσης αυτής ήταν ο ελληνορωμαϊκός κόσμος, και οι διάφορες εθνότητες απόκτησαν τα κοινά χαρακτηριστικά της χριστιανικής πίστης και προοδευτικά της ελληνικής γλώσσας, παράγοντες που λειτούργησαν ως ενοποιητικοί. Ειδικά η ελληνική γλώσσα, η οποία ήδη από τον 4ο αιώνα είχε αρχίσει να εκτοπίζει τη λατινική, επικράτησε επί Ηρακλείου ως η κατ' εξοχήν επίσημη γλώσσα του Βυζαντίου. Μόνο έτσι μπορεί να κατανοηθεί ο προοδευτικός εξελληνισμός, όχι μόνο των δομών της αυτοκρατορίας, αλλά και των προσαρτημένων στα όρια της λαών. Στην τεράστια επικράτεια της, η οποία απλωνόταν σε τρεις ηπείρους, συμβίωναν Έλληνες και εξελληνισμένοι λαοί, Ρωμαίοι, Αρμένιοι, Σύριοι, Αιγύπτιοι και Ιουδαίοι, υπολείμματα παλαιών μικρασιατικών λαών (Ίσαυροι, Φρύγες, Καππαδόκες), Ιλλυριοί και Θράκες στη Χερσόνησο του Αίμου, καθώς επίσης υπολείμματα νεώτερων εποικισμών Γαλατών και Γότθων.

Ο Βυζαντινός πολίτης ήταν Ρωμαίος πολίτης και Χριστιανός με ελληνική παιδεία. Γνωρίζουμε ότι το τρίπτυχο ρωμαϊκή "αυτοκρατορική παράδοση, χριστιανική Ορθοδοξία, ελληνικός πολιτισμός" σημάδεψε το Βυζάντιο σε όλη την ιστορική του πορεία.

Η περίοδος από τον 7ο αιώνα μέχρι τον 9ο υπήρξε εν γένει μια κρίσιμη φάση στην ιστορία της πόλης, κατά την οποία πολιορκήθηκε από Πέρσες και Αβάρους (626), Άραβες (674-78 και 717-18), Βουλγάρους (813, 913), Ρώσους (860, 941, 1043) και Πετσενέγκους (1090-91), αντιμετωπίζοντας επίσης επιδημίες και εσωτερικές συγκρούσεις. Η επιδημία πανώλης το 542 στην πόλη λέγεται ότι προκάλεσε το θάνατο των 3/5 του πληθυσμού και σηματοδότησε μια περίοδο παρακμής της Κωνσταντινούπολης.

Την περίοδο 1204-1261 η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έγινε Λατινική Αυτοκρατορία, αφού οι σταυροφόροι της Δ΄ Σταυροφορίας κατέλαβαν και λεηλάτησαν την Πόλη. Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος στέφθηκε Αυτοκράτορας το 1259 στο Νυμφαίο και αφού νίκησε μια σειρά από περιφερειακά πριγκιπάτα με μια μικρή ομάδα στρατιωτών υπό το στρατηγό Αλέξιο Στρατηγόπουλο, διείσδυσε στην Κωνσταντινούπολη και την κατέλαβε το 1261. Ο Αυτοκράτορας στέφθηκε εκ νέου στην Αγία Σοφία, αγνοώντας τον ήδη συναυτοκράτορά του νεαρό Ιωάννη Δ’ Λάσκαρη, τον οποίο αργότερα τύφλωσε προκειμένου να εξουδετερώσει.

Οι συγκρούσεις με τους δυτικούς ηγεμόνες και τους Πάπες, δημιούργησαν νέα δεδομένα στις σχέσεις Ανατολής-Δύσης. Ο χριστιανισμός δεν επαρκούσε πλέον για ν' απαλλάξει το Βυζάντιο από τους εχθρούς του, μια και η χριστιανική Δύση συγκαταλεγόταν ανάμεσα σ' αυτούς. Σε μια εποχή που ο αντίπαλος ήταν επίσης χριστιανός, έπρεπε να βρεθεί ένας νέος άξονας για τον Βυζαντινό εθνικισμό. Έτσι, το αίσθημα υπεροχής των Βυζαντινών έναντι των Δυτικών, που οφειλόταν στην πολιτική τους θεωρία και στις πολιτιστικές αξίες της ελληνικής αρχαιότητας που εξασφάλιζαν την πολιτιστική υπεροχή του Βυζαντίου, έκανε αισθητή την παρουσία του.

Από το 13ο αιώνα και μετέπειτα, οι όροι Έλλην, Ελληνισμός, ελληνικός, κ.λπ. απέβαλλαν σε κάποιο βαθμό την παλιά τους συνωνυμική ταύτιση με την έννοια της ειδωλολατρίας και επανήλθαν σε χρήση από τον Βυζαντινό πολίτη χωρίς ενδοιασμούς, και χωρίς να χαρακτηρίζουν πλέον μόνο τον "εθνικό", δηλαδή τον μη Χριστιανό. Ο όρος Ρωμαίος, ο οποίος στο Βυζάντιο αποτέλεσε τίτλο τιμής από την αρχή μέχρι το τέλος της ιστορίας του, αντικαταστάθηκε σε ευρεία κλίμακα από τον όρο Έλλην. Είναι χαρακτηριστικό, ότι σε μια περίοδο συρρίκνωσης του Βυζαντινού Κράτους, ο αυτοκράτορας Ιωάννης Γ' Βατάτζης (1222-1254) δέχεται την ελληνική εθνική καταγωγή του. Απαντώντας στον πάπα Γρηγόριο Θ', ο οποίος απευθύνεται σ' αυτόν ονομάζοντας τον Γραικό, ο βυζαντινός αυτοκράτορας βεβαιώνει ότι "ο Μέγας Κωνσταντίνος παραχώρησε τη βασιλεία των Ρωμαίων στο γένος των Ελλήνων".
[ο όρος Γραικός κατ’ άλλους προέρχεται από το όνομα κατοίκων της περιοχής της Φθιώτιδας, όπου κατά την παράδοση ο Δευκαλίων πέταγε πέτρες πίσω του και γινόντουσαν άνθρωποι που τους ονόμαζαν Γραικούς, κατ άλλους κάτοικοι της πόλης Γραίας της Βοιωτίας μετοίκησαν στην Ιταλία και από εκεί το όνομα αναφερόταν για όλους τους κατοίκους της Ελλάδος]

Η ιστορία του 12ου και 13ου αιώνα του «Χριστιανικού» Βυζαντίου είναι ότι το χειρότερο μπορεί να φανταστεί κανείς. Δηλητηριάσεις, τυφλώσεις και θάνατοι αυτοκρατόρων ή μελών των οικογενειών τους ήταν στην ημερήσια διάταξη. Ο Μανουήλ Κομνηνός μαζί με τον αδελφό του συνελήφθησαν και τυφλώθηκαν το 1185 στην Κωνσταντινούπολη στην διάρκεια των αιματηρών ταραχών που οδήγησαν στην ανατροπή και τον τραγικό θάνατο του πατέρα τους Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού. Η χήρα του Μανουήλ Κομνηνού Ρουσουντάν πήρε τα δύο ανήλικα αγόρια της Αλέξιο και Δαβίδ και διέφυγε στην Ιβηρία (Γεωργία) όπου βασίλευε η αδελφή της Θάμαρ.
Τον Απρίλιο 1204 ο στρατός της Ιβηρίας (Γεωργίας) εκμεταλλευόμενος το κενό εξουσίας στο Βυζάντιο, εισέβαλε στην Τραπεζούντα, ανέτρεψε τον τοπικό Βυζαντινό ηγεμόνα Νικηφόρο Παλαιολόγο και εγκατέστησε τον Αλέξιο Κομνηνό με τον τίτλο "Πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων". Έτσι δημιουργήθηκε η "Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας". Oι Πόντιοι Aυτοκράτορες, μετά την επίσημη αναγνώριση του κράτους τους από τον Παλαιολόγο, θα ονομάζονται «εν Xριστώ πιστοί βασιλείς και αυτοκράτορες πάσης Aνατολής, Iβήρων και Περατείας» σε αντίθεση με τους αυτοκράτορες της Kωνσταντινούπολης, που διατήρησαν τον παραδοσιακό τίτλο: «βασιλείς και αυτοκράτορες των Pωμαίων». Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας κράτησε 257 χρόνια. Με πολέμους απέναντι σε Σελτζούκους Τούρκους, Ενετούς και Γενουάτες, άλλες φορές πληρώνοντας φόρους ως υποτελείς, άλλες φορές με γάμους και συνοικέσια.

Στις 28 Μαΐου 1453, ο Μωάμεθ αποφάσισε τη γενική και τελική επίθεση εναντίον της πόλης. Ο Κωνσταντίνος, μετά την τέλεση της θείας λειτουργίας στον ναό της Αγίας Σοφίας, ενθάρρυνε τη φρουρά που θα έδινε τον αγώνα για την απόκρουση της μεγάλης επίθεσης. Πράγματι, η πρώτη επίθεση αποκρούστηκε, αλλά η αναπλήρωση των απωλειών της φρουράς ήταν δύσκολη. Ο τραυματισμός του Γενουάτη Ιουστινιάνη υπήρξε σοβαρό πλήγμα. Τέλος και ενώ ο Κωνσταντίνος
αγωνιζόταν με στο πλευρό των στρατιωτών του ως απλός στρατιώτης, οι Τούρκοι μπήκαν στην Πόλη από την αφύλακτη Κερκόπορτα το πρωί της 29ης Μαΐου του 1453.
Οι άρχοντες και οι πλούσιοι έφυγαν πριν την άλωσή της. Μόνοι αξιόμαχοι υπερασπιστές οι Γενουάτες μισθοφόροι. Στην απέναντι μεριά, λίγο πιο πέρα στον ασιατικό Πόντο τα όνειρα των Κομνηνών έπαιρναν εκδίκηση με την πτώση της Πόλης. Δεν έκαναν καμία κίνηση να βοηθήσουν.

Η ΡΩΜΑΝΙΑ ΚΙ ΑΝ ΕΠΕΡΑΣΕ, ΑΝΘΕΙ ΚΑΙ ΦΕΡΕΙ ΚΙ ΑΛΛΟ…

Η πτώση της Πόλης έκλεισε ένα κομμάτι της ελληνικής ιστορίας. Οι εξόριστοι στη Δύση μετέφεραν τα πολιτιστικά στοιχεία του Ελληνικού Πολιτισμού, έβαλαν τη βάση της Αναγέννησης. Η πτώση της Πόλης ήταν το τελευταίο γεγονός μιας αυτοκρατορίας που βρισκόταν σε παρακμή. Με εσωτερικές έριδες για την κατάκτηση της εξουσίας. Με εσωτερικές θρησκευτικές διαμάχες, και διαμάχες με τα κέντρα της παπικής εξουσίας. Η Ρωμανία τελείωσε. Για πάντα.

Η ΡΩΜΑΝΙΑ ΕΠΕΡΑΣΕ, ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΛΛΟ…

Δεν υπάρχουν σχόλια: